- σιλλιμανίτης
- Ορυκτό του αργίλιου, άφθονο στην αλπική ζώνη, που κρυσταλλώνεται στο ρομβικό σύστημα σε επιμήκεις βελονοειδείς κρυστάλλους χρώματος λευκού, τεφρού ή υποκίτρινου. Τα ορυκτά δισθενής και ανδαλουσίτης παρουσιάζουν την ίδια μ’ αυτόν χημική σύσταση αλλ’ έχουν διαφορετικούς κρυσταλλογραφικούς χαρακτήρες.
* * *και σιλιμανίτης, ο Ν(ορυκτ.) καστανό, ανοιχτοπράσινο ή λευκό υαλώδες πυριτικό ορυκτό τού αργιλίου, που απαντά συνήθως με τη μορφή επιμήκων λεπτών βελονοειδών κρυστάλλων, οι οποίοι συχνά σχηματίζουν ινώδη συσσωματώματα, ορυκτό που κρυσταλλώνεται στο ορθορομβικό σύστημα, αλλ. ινόλιθος.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην Ελληνική ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. sillimanite από το όνομα τού Αμερικανού χημικού και γεωλόγου Β. Silliman + κατάλ. -ite].
Dictionary of Greek. 2013.